- Η επιλογή Μπαμπινιώτη για το Υπουργείο Παιδείας φαίνεται πως εγγράφεται στην πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να προτάσσονται, δήθεν ιδεολογικά ουδέτεροι, τεχνοκράτες -επιστήμονες που χαίρουν κοινής αποδοχής για να φέρουν εις πέρας το βρώμικο έργο της!
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΡΘΡΑ
Μια
εκπαιδευτική τραγωδία. Το Βήμα: Νέες Εποχές, 04/04/2010
Γεώργιος Μπαμπινιώτης καθηγητής Γλωσσολογίας, πρύτανης του Πανεπιστημίου
Αθηνών.
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
4 Απριλίου 2010
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
4 Απριλίου 2010
Στην εξαιρετικά δύσκολη οικονομική κατάσταση τής χώρας μας και με το φάσμα τής
ανεργίας να γίνεται όλο και πιο απειλητικό, αισθάνομαι την ανάγκη –ως
πανεπιστημιακός δάσκαλος– να φέρω στο φως τής δημοσιότητας ένα οξύ κοινωνικό,
επιστημονικό και εκπαιδευτικό πρόβλημα που έχει οδηγήσει στην απελπισία
χιλιάδες νέων πτυχιούχων των πανεπιστημίων μας, οι οποίοι παραμένουν
αδιόριστοι, ενώ υπάρχουν κενές θέσεις στην Εκπαίδευση.
Συγκεκριμένα, μετά την πλήρωση μεγάλου αριθμού θέσεων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση (Δημοτικό Σχολείο) με τον διορισμό όλων σχεδόν των πτυχιούχων των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης των Πανεπιστημίων μας, πλήθος δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων εξακολουθούν να παραμένουν χωρίς δασκάλους τού δημοτικού! Παράλληλα υπάρχουν χιλιάδες αδιόριστοι πτυχιούχοι εκπαιδευτικών κλάδων (φιλόλογοι κυρίως) οι οποίοι θα μπορούσαν άριστα να πληρώσουν τις κενές θέσεις εκπαιδευτικών τής Πρωτοβάθμιας. Ένας φιλόλογος –χρειάζεται να το πούμε;– μπορεί να διδάξει τη γλώσσα και την ιστορία στις τρεις τελευταίες τάξεις τού Δημοτικού με ίση τουλάχιστον επάρκεια προς τους αντίστοιχους εκπαιδευτικούς τής Πρωτοβάθμιας. Φυσικά –το τονίζω προς άρσιν παρεξηγήσεων– όσο και εφόσον δεν υπάρχουν δάσκαλοι τής Πρωτοβάθμιας να καταλάβουν αυτές τις θέσεις. Είναι αληθινά μια τραγωδία που ζει τα τελευταία χρόνια η ελληνική Εκπαίδευση, να υπάρχουν τόσες κενές θέσεις δασκάλων στα σχολεία μας, δημόσια και ιδιωτικά σχολεία να χρειάζονται δασκάλους να διδάξουν τα Ελληνόπουλα και να μη προσλαμβάνονται στις κενές θέσεις άξιοι και προσοντούχοι πτυχιούχοι που παραμένουν άνεργοι ή υποαπασχολούνται ή και ετεροαπασχολούνται, απλώς και μόνο για να μη θιγούν συντεχνιακά συμφέροντα που προστατεύονται συνδικαλιστικά! Το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να δώσει άμεση λύση στο οξύ αυτό κοινωνικό και εκπαιδευτικό πρόβλημα που ταλανίζει την Εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια. Σε ενδεχόμενες δε αντιρρήσεις πως δήθεν οι φιλόλογοι δεν γνωρίζουν τα ψυχοπαιδαγωγικά θέματα παιδιών 9-12 ετών ή τη μέθοδο διδασκαλίας, μια ταχύρρυθμη εκπαίδευση-επιμόρφωση μπορεί να καλύψει τέτοιες ελλείψεις. Γιατί μπορεί ένας φιλόλογος να υστερεί ενδεχομένως στο «πώς» (μέθοδο διδασκαλίας σε μικρότερα παιδιά), ωστόσο υπερέχει στο «τι» (περιεχόμενο διδασκαλίας). Καθηγητές δε ξένων γλωσσών, καθηγητές φυσικής αγωγής, καθηγητές μουσικής και καλλιτεχνικών διδάσκουν ήδη χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Ανάλογη ρύθμιση –ως κάλυψη κενών θέσεων ελλείψει δασκάλων τής Πρωτοβάθμιας– θα μπορούσε να γίνει και για την πρώτη τάξη τού Δημοτικού με την πρόσληψη (και ταχύρρυθμη επιμόρφωση) πτυχιούχων Νηπιαγωγών. Και βεβαίως αδιόριστοι πτυχιούχοι μαθηματικοί, φυσικοί, και χημικοί θα μπορούσαν –ελλείψει δασκάλων– να διδάξουν με πλήρη επάρκεια αντίστοιχα μαθήματα τής Πρωτοβάθμιας.
Μιλώντας γι’ αυτό το μεγάλο θέμα, είναι καιρός να σκεφθούμε πώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στην Εκπαίδευση, σε μια προσπάθεια πάντοτε βελτίωσης τής ποιότητας τής Παιδείας μας, πτυχιούχοι και άλλων ειδικοτήτων. Έτσι πτυχιούχοι των Τμημάτων Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής-Φιλοσοφίας (ΦΠΨ) των Πανεπιστημίων μας, με κατάλληλη επιμόρφωση, θα μπορούσαν λ.χ. να ασκήσουν τη Συμβουλευτική που τόσο χρειάζεται σήμερα στα Σχολεία μας.
Σε μια ζώνη πολιτισμού, που έχουμε συμφωνήσει και επιμείνει όλοι στον Εθνικό Διάλογο να υπάρξει στα σχολεία μας, πτυχιούχοι τού Ιστορικού-Αρχαιολογικού, εξοικειωμένοι με την ιστορία τής τέχνης, καθώς και ειδικότητες αισθητικής αγωγής (μουσικής, καλλιτεχνικών, θεατρολογίας) θα μπορούσαν να εργασθούν και να δώσουν άλλη πνοή στην Εκπαίδευση.
Ειδικότερα, οι πτυχιούχοι θεατρικών σπουδών μπορούν να συνεργασθούν με φιλολόγους που διδάσκουν αρχαίο δράμα, αναλαμβάνοντας να παρουσιάσουν τη θεατρική πλευρά τού αρχαίου δράματος ή ακόμη και να δραματοποιήσουν σε συνεργασία με τους μαθητές τα διδασκόμενα κείμενα. Η δραματοποίηση λογοτεχνικών κειμένων από το δημοτικό μέχρι τις τελευταίες τάξεις τού Λυκείου είναι μια άλλη δοκιμασμένη διαδικασία που μπορεί να ανοίξει νέους ορίζοντες στην προσέγγιση τής λογοτεχνίας, ιδίως αν συνδυασθεί με μουσική και εικαστικά.
Σ’ ένα Σχολείο με δυνατότητες επιλογών, όπως αυτό που προτείναμε στον Εθνικό Διάλογο, έχουν τη θέση τους και αντικείμενα μάθησης που μπορούν να αλλάξουν ποιοτικά το άνυδρο τοπίο τής σημερινής Εκπαίδευσης. Σ’ αυτό έχουν τη θέση τους λ.χ. μαθήματα φιλοσοφίας, ψυχολογίας, ιστορίας των επιστημών, που μπορούν να διδαχθούν από πτυχιούχους αντιστοίχων πανεπιστημιακών τμημάτων.
Τέλος, γίνεται πολύς λόγος και περιλαμβάνεται και στις προτάσεις τού Εθνικού Διαλόγου η καθολική εφαρμογή τού ολοήμερου Σχολείου. Αν μιλάμε όμως για πραγματική παιδευτική επέκταση τού σχολικού χρόνου, τότε θα πρέπει να διευρυνθεί το σχολικό πρόγραμμα με δημιουργικές ενασχολήσεις σε αντικείμενα αθλητισμού, πολιτισμού, εμβάθυνσης σε αντικείμενα που ενδιαφέρουν τους μαθητές (λογοτεχνία, γλώσσα, μαθηματικά, φυσική κ.ά.) αλλά και προετοιμασίας για μαθήματα τού σχολείου. Και στο ολοήμερο μπορούν να απασχοληθούν πτυχιούχοι ειδικοτήτων που αναφέραμε, οι οποίοι τώρα πληθαίνουν τις τάξεις τής ανεργίας και τής υποαπασχόλησης.
Οι σκέψεις που εκτίθενται εδώ δεν πρέπει και δεν μπορούν να εκληφθούν ως αντίθεση προς τους δασκάλους τής Πρωτοβάθμιας, οι οποίοι αποτελούν την προϋπόθεση και τη βάση ολόκληρης τής σχολικής εκπαίδευσης. Άπαγε απ’ εμού η βλασφημία! Ούτε πρέπει να αναγνωσθούν συνδικαλιστικά και συντεχνιακά πως σε τέτοιες διευθετήσεις υποβόσκει τάχα ο κίνδυνος μείωσης τής εργασιακής απασχόλησης των εκπαιδευτικών τής Πρωτοβάθμιας. Αντιθέτως, είναι νομίζω κοινωνική πρόκληση και ασυγχώρητος εργασιακός αποκλεισμός των πτυχιούχων των πανεπιστημίων μας, οι οποίοι με την ισχύουσα πρακτική καταδικάζονται σε ανεργία, για να μη κινδυνεύσουν υποθετικά στο μέλλον τα εργασιακά συμφέροντα των πτυχιούχων των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Αλλά και οι μεν και οι δε δεν είναι παιδιά τού ελληνικού λαού, δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες και, κυρίως, τα ίδια δικαιώματα;
Συγκεκριμένα, μετά την πλήρωση μεγάλου αριθμού θέσεων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση (Δημοτικό Σχολείο) με τον διορισμό όλων σχεδόν των πτυχιούχων των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης των Πανεπιστημίων μας, πλήθος δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων εξακολουθούν να παραμένουν χωρίς δασκάλους τού δημοτικού! Παράλληλα υπάρχουν χιλιάδες αδιόριστοι πτυχιούχοι εκπαιδευτικών κλάδων (φιλόλογοι κυρίως) οι οποίοι θα μπορούσαν άριστα να πληρώσουν τις κενές θέσεις εκπαιδευτικών τής Πρωτοβάθμιας. Ένας φιλόλογος –χρειάζεται να το πούμε;– μπορεί να διδάξει τη γλώσσα και την ιστορία στις τρεις τελευταίες τάξεις τού Δημοτικού με ίση τουλάχιστον επάρκεια προς τους αντίστοιχους εκπαιδευτικούς τής Πρωτοβάθμιας. Φυσικά –το τονίζω προς άρσιν παρεξηγήσεων– όσο και εφόσον δεν υπάρχουν δάσκαλοι τής Πρωτοβάθμιας να καταλάβουν αυτές τις θέσεις. Είναι αληθινά μια τραγωδία που ζει τα τελευταία χρόνια η ελληνική Εκπαίδευση, να υπάρχουν τόσες κενές θέσεις δασκάλων στα σχολεία μας, δημόσια και ιδιωτικά σχολεία να χρειάζονται δασκάλους να διδάξουν τα Ελληνόπουλα και να μη προσλαμβάνονται στις κενές θέσεις άξιοι και προσοντούχοι πτυχιούχοι που παραμένουν άνεργοι ή υποαπασχολούνται ή και ετεροαπασχολούνται, απλώς και μόνο για να μη θιγούν συντεχνιακά συμφέροντα που προστατεύονται συνδικαλιστικά! Το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να δώσει άμεση λύση στο οξύ αυτό κοινωνικό και εκπαιδευτικό πρόβλημα που ταλανίζει την Εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια. Σε ενδεχόμενες δε αντιρρήσεις πως δήθεν οι φιλόλογοι δεν γνωρίζουν τα ψυχοπαιδαγωγικά θέματα παιδιών 9-12 ετών ή τη μέθοδο διδασκαλίας, μια ταχύρρυθμη εκπαίδευση-επιμόρφωση μπορεί να καλύψει τέτοιες ελλείψεις. Γιατί μπορεί ένας φιλόλογος να υστερεί ενδεχομένως στο «πώς» (μέθοδο διδασκαλίας σε μικρότερα παιδιά), ωστόσο υπερέχει στο «τι» (περιεχόμενο διδασκαλίας). Καθηγητές δε ξένων γλωσσών, καθηγητές φυσικής αγωγής, καθηγητές μουσικής και καλλιτεχνικών διδάσκουν ήδη χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Ανάλογη ρύθμιση –ως κάλυψη κενών θέσεων ελλείψει δασκάλων τής Πρωτοβάθμιας– θα μπορούσε να γίνει και για την πρώτη τάξη τού Δημοτικού με την πρόσληψη (και ταχύρρυθμη επιμόρφωση) πτυχιούχων Νηπιαγωγών. Και βεβαίως αδιόριστοι πτυχιούχοι μαθηματικοί, φυσικοί, και χημικοί θα μπορούσαν –ελλείψει δασκάλων– να διδάξουν με πλήρη επάρκεια αντίστοιχα μαθήματα τής Πρωτοβάθμιας.
Μιλώντας γι’ αυτό το μεγάλο θέμα, είναι καιρός να σκεφθούμε πώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στην Εκπαίδευση, σε μια προσπάθεια πάντοτε βελτίωσης τής ποιότητας τής Παιδείας μας, πτυχιούχοι και άλλων ειδικοτήτων. Έτσι πτυχιούχοι των Τμημάτων Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής-Φιλοσοφίας (ΦΠΨ) των Πανεπιστημίων μας, με κατάλληλη επιμόρφωση, θα μπορούσαν λ.χ. να ασκήσουν τη Συμβουλευτική που τόσο χρειάζεται σήμερα στα Σχολεία μας.
Σε μια ζώνη πολιτισμού, που έχουμε συμφωνήσει και επιμείνει όλοι στον Εθνικό Διάλογο να υπάρξει στα σχολεία μας, πτυχιούχοι τού Ιστορικού-Αρχαιολογικού, εξοικειωμένοι με την ιστορία τής τέχνης, καθώς και ειδικότητες αισθητικής αγωγής (μουσικής, καλλιτεχνικών, θεατρολογίας) θα μπορούσαν να εργασθούν και να δώσουν άλλη πνοή στην Εκπαίδευση.
Ειδικότερα, οι πτυχιούχοι θεατρικών σπουδών μπορούν να συνεργασθούν με φιλολόγους που διδάσκουν αρχαίο δράμα, αναλαμβάνοντας να παρουσιάσουν τη θεατρική πλευρά τού αρχαίου δράματος ή ακόμη και να δραματοποιήσουν σε συνεργασία με τους μαθητές τα διδασκόμενα κείμενα. Η δραματοποίηση λογοτεχνικών κειμένων από το δημοτικό μέχρι τις τελευταίες τάξεις τού Λυκείου είναι μια άλλη δοκιμασμένη διαδικασία που μπορεί να ανοίξει νέους ορίζοντες στην προσέγγιση τής λογοτεχνίας, ιδίως αν συνδυασθεί με μουσική και εικαστικά.
Σ’ ένα Σχολείο με δυνατότητες επιλογών, όπως αυτό που προτείναμε στον Εθνικό Διάλογο, έχουν τη θέση τους και αντικείμενα μάθησης που μπορούν να αλλάξουν ποιοτικά το άνυδρο τοπίο τής σημερινής Εκπαίδευσης. Σ’ αυτό έχουν τη θέση τους λ.χ. μαθήματα φιλοσοφίας, ψυχολογίας, ιστορίας των επιστημών, που μπορούν να διδαχθούν από πτυχιούχους αντιστοίχων πανεπιστημιακών τμημάτων.
Τέλος, γίνεται πολύς λόγος και περιλαμβάνεται και στις προτάσεις τού Εθνικού Διαλόγου η καθολική εφαρμογή τού ολοήμερου Σχολείου. Αν μιλάμε όμως για πραγματική παιδευτική επέκταση τού σχολικού χρόνου, τότε θα πρέπει να διευρυνθεί το σχολικό πρόγραμμα με δημιουργικές ενασχολήσεις σε αντικείμενα αθλητισμού, πολιτισμού, εμβάθυνσης σε αντικείμενα που ενδιαφέρουν τους μαθητές (λογοτεχνία, γλώσσα, μαθηματικά, φυσική κ.ά.) αλλά και προετοιμασίας για μαθήματα τού σχολείου. Και στο ολοήμερο μπορούν να απασχοληθούν πτυχιούχοι ειδικοτήτων που αναφέραμε, οι οποίοι τώρα πληθαίνουν τις τάξεις τής ανεργίας και τής υποαπασχόλησης.
Οι σκέψεις που εκτίθενται εδώ δεν πρέπει και δεν μπορούν να εκληφθούν ως αντίθεση προς τους δασκάλους τής Πρωτοβάθμιας, οι οποίοι αποτελούν την προϋπόθεση και τη βάση ολόκληρης τής σχολικής εκπαίδευσης. Άπαγε απ’ εμού η βλασφημία! Ούτε πρέπει να αναγνωσθούν συνδικαλιστικά και συντεχνιακά πως σε τέτοιες διευθετήσεις υποβόσκει τάχα ο κίνδυνος μείωσης τής εργασιακής απασχόλησης των εκπαιδευτικών τής Πρωτοβάθμιας. Αντιθέτως, είναι νομίζω κοινωνική πρόκληση και ασυγχώρητος εργασιακός αποκλεισμός των πτυχιούχων των πανεπιστημίων μας, οι οποίοι με την ισχύουσα πρακτική καταδικάζονται σε ανεργία, για να μη κινδυνεύσουν υποθετικά στο μέλλον τα εργασιακά συμφέροντα των πτυχιούχων των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Αλλά και οι μεν και οι δε δεν είναι παιδιά τού ελληνικού λαού, δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες και, κυρίως, τα ίδια δικαιώματα;
Να διορίζονται και καθηγητές στο δημοτικό σχολείο
* Γίνεται
όλο και περισσότερο αισθητή η έλλειψη πτυχιούχων δασκάλων για προσλήψεις στην
Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:
03/10/2004, 00:00
Αυτόν τον
καιρό και όλα τα τελευταία χρόνια η Εκπαίδευση αντιμετωπίζει ένα σημαντικό
πρόβλημα: δεν βρίσκει δασκάλους για τα δημοτικά σχολεία. Ευτυχώς και επιτέλους,
η Εκπαίδευση απορροφά όλους τους πτυχιούχους των Παιδαγωγικών Τμημάτων
Δημοτικής Εκπαίδευσης, όλους τους δασκάλους τής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Κι
αυτό είναι επίτευγμα που το πιστώνονται και οι προηγούμενες και η σημερινή
ηγεσία τού Υπουργείου Παιδείας. Ωστόσο, αρχίζει και γίνεται όλο και περισσότερο
αισθητή η έλλειψη πτυχιούχων δασκάλων για προσλήψεις στην Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση (δημοτικό σχολείο).
Κι από την
άλλη ορθώνεται μια έντονη αντίθεση: χιλιάδες καθηγητών (φιλολόγων, μαθηματικών,
φυσικών, θεολόγων, ξενόγλωσσων κ.ά.), με καλές σπουδές σε πανεπιστημιακά
τμήματα υψηλών απαιτήσεων, μαστίζονται από την ανεργία. Δεν υπάρχουν θέσεις να
διοριστούν στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Γυμνάσιο-Λύκειο), με αποτέλεσμα να
υποαπασχολούνται σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα. H αναμονή για διορισμό
σε ορισμένες ειδικότητες - και μέσω ΑΣΕΠ - παίρνει χρόνια, βυθίζοντας τους
νέους πτυχιούχους σε απελπισία.
Ετσι
εμφανίζεται το φαινόμενο από τη μια να υπάρχει υπερ-απασχόληση, ζήτηση και
έλλειψη (σε δασκάλους) και από την άλλη να υπάρχει ανεργία, υπο-απασχόληση και
υπερεπάρκεια (σε καθηγητές). Χτυπητή κοινωνική και επαγγελματική αδικία, αφού
και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για εκπαιδευτικούς και για μια Εκπαίδευση
όπως είναι η Ελληνική, η οποία έχει ανάγκες και κενά.
Ποια λύση
υπάρχει στο πρόβλημα; Ποιοι μπορούν να καταλάβουν τις κενές θέσεις που
προκύπτουν, όταν δεν υπάρχουν δάσκαλοι για διορισμό; Προφανώς, οι εκπαιδευτικοί
τής δευτεροβάθμιας (Μέσης Εκπαίδευσης). Μετά από μια ταχύρρυθμη εκπαίδευση ως
προς ορισμένα παιδαγωγικά και ψυχολογικά ζητήματα των μικρότερης ηλικίας
παιδιών τού Δημοτικού, ιδίως παιδιών των δύο τελευταίων τάξεων τού Δημοτικού
(ηλικίας 10-12 ετών), ο φιλόλογος μπορεί άριστα να διδάξει τη γλώσσα, την
ιστορία και την ελληνική παράδοση. Το ίδιο και ο πτυχιούχος των Θετικών
Επιστημών (ο μαθηματικός ή ο φυσικός) μπορεί με πλήρη επάρκεια να διδάξει τα
μαθηματικά και τη φυσική αντιστοίχως. Ετσι, και η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση θα
μπορεί να καλύπτει τα εκπαιδευτικά κενά της και η διδασκαλία στα αντίστοιχα
μαθήματα δεν θα υποβαθμισθεί, προερχόμενη από επιστήμονες που γνωρίζουν εις
βάθος - λόγω ειδικότητας - το αντικείμενό τους.
Προς άρσιν
παρεξηγήσεων διασαφώ ότι αυτή η λύση ανάγκης μπορεί να ισχύσει μόνο
σε περιπτώσεις που δεν υπάρχουν πτυχιούχοι των Παιδαγωγικών Τμημάτων
Δημοτικής Εκπαίδευσης, οι οποίοι φύσει και θέσει προηγούνται. Αλλά είναι
κοινωνικά άδικο και μαζί σπατάλη επιστημονικών δυνάμεων που αποβαίνει εις βάρος
τής Παιδείας μας να μην αξιοποιούνται στα υπάρχοντα κενά άλλοι επιστήμονες των
Πανεπιστημίων μας, οι οποίοι είναι ήδη έτοιμοι και καλά καταρτισμένοι. Τη
δύσκολη φυσική τής 5ης και 6ης τάξεως τού Δημοτικού μπορεί να την διδάξει ο
πτυχιούχος τού Φυσικού Τμήματος με πολύ δημιουργικό τρόπο, κατάλληλα
ευαισθητοποιημένος και ενημερωμένος για τις προσληπτικές δυνατότητες των
μαθητών των αντιστοίχων τάξεων. Το ίδιο και ο μαθηματικός για τα μαθηματικά,
μπορεί άριστα να διδάξει τις δύσκολες μαθηματικές έννοιες. Το ίδιο μπορεί να
κάνει, κατ' εξοχήν, ο φιλόλογος για το δύσκολο μάθημα τής διδασκαλίας τής
γλώσσας με τη δομολειτουργική-επικοινωνιακή μέθοδο που ισχύει στα σχολεία. Δεν
αναφέρομαι, φυσικά, σε καθηγητές ξένων γλωσσών και σε καθηγητές φυσικής αγωγής
(γυμναστές) οι οποίοι είναι απαραίτητοι - και καλώς υπάρχουν ήδη - στην Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση. Με τις απαιτήσεις που υπάρχουν σήμερα σε αντικείμενα όπως η γλώσσα,
η λογοτεχνία, η ιστορία, τα μαθηματικά, η φυσική, τα θρησκευτικά, η φυσική
αγωγή, τα καλλιτεχνικά, ο δάσκαλος γενικής κατάρτισης είναι γνωστό ότι
αντιμετωπίζει προβλήματα.
Αλλωστε - κι
αυτό είναι ένα μείζον θέμα - οι ίδιοι οι φοιτώντες στα Παιδαγωγικά Τμήματα
Δημοτικής Εκπαίδευσης είναι σκόπιμο να αποκτούν μια αδρομερή ειδίκευση κατά
κλάδους (φιλολογικά αντικείμενα, θετικές επιστήμες κ.ά.), ώστε να μπορούν
καλύτερα να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τού σημερινού επιπέδου των γνώσεων.
Ο «δάσκαλος παντογνώστης», με τις σημερινές συνθήκες και τις σύγχρονες
απαιτήσεις, διατρέχει τον κίνδυνο μιας επιφανειακής γνώσης των αντικειμένων,
μιας «επιπολής» κατάρτισης η οποία τον καταδικάζει συχνά στον τύπο τού «λίγο
απ' όλα» επιστήμονα παρά τα πλεονεκτήματα που προσφέρει κάθε σύμμετρη σφαιρική
διαθεματική προσέγγιση τού επιστητού. Μέχρις ότου να υπάρξει - αν υπάρξει - μια
τέτοια ειδίκευση στην κατάρτιση των δασκάλων και όσο υπάρχουν κενά στις θέσεις
εκπαιδευτικών τής πρωτοβάθμιας, η Πολιτεία διά τού Υπουργείου Παιδείας έχει
ηθική υποχρέωση, για κοινωνικούς αλλά περισσότερο για εκπαιδευτικούς λόγους, να
προσλάβει καθηγητές (φιλολόγους, μαθηματικούς, φυσικούς, θεολόγους κ.ά.) οι
οποίοι θα διδάξουν τα εν λόγω αντικείμενα με μεγάλη επάρκεια λόγω τής
ειδικότητάς τους, αφού προηγουμένως - το επαναλαμβάνω - ευαισθητοποιηθούν
ταχύρρυθμα για τα ψυχοπαιδαγωγικά χαρακτηριστικά τής ηλικίας και για την
αντιληπτική ικανότητα των παιδιών που θα διδάξουν.
ΣΧΟΛΙΟ των Εκπαιδευτικών εν Δράσει Από τα παραπάνω αποδεικνύεται πως ο λαός και οι
εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων όχι μόνο δεν έχουν κάτι καινούριο να περιμένουν
από τον Μπαμπινιώτη αφού συγκαταλέγεται στους εμπνευστές της εφαρμοζόμενης
εκπαιδευτικής πολιτικής, αλλά πως θα πρέπει να επαγρυπνούν καθώς πρόκειται για
έναν έξυπνο υπουργό για την
ενότητα του εκπαιδευτικού κόσμου όπως καταδεικνύουν οι πρακτικές «διαίρει και
βασίλευε» στις οποίες έχει καταφύγει στο παρελθόν με τη γνωστή επιχειρηματολογία
περί συντεχνιών, συνδικαλιστών και τα συναφή. Να μην αναφέρουμε την τρομακτική προοπτική της αξιολόγησης των δασκάλων
από το υπουργείο του οποίου ο επικεφαλής έχει δηλώσει δημοσίως πόσο ανίκανους
και ανεπαρκείς μας θεωρεί.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου